Οι εταιρείες έχουν ριχτεί στη μάχη για να εκμεταλλευτούν το κίνητρο του 10% – Ασφαλίζεται όμως σωστά ο πελάτης;
Καλπάζουν οι πωλήσεις ασφάλισης κατοικίας, καθώς έχει δημιουργηθεί ένα ιδανικό περιβάλλον για την ανάπτυξή τους. Με την έκπτωση 10% επί του ΕΝΦΙΑ -η οποία πρόσφατα θεσμοθετήθηκε για όσους ασφαλίζουν το σπίτι τους- να ελκύει το ενδιαφέρον των καταναλωτών και με τις βιβλικές καταστροφές που βιώσαμε πρόσφατα από πλημμύρες και πυρκαγιές, να δημιουργούν ανασφάλεια ακόμη και στους πιο ψύχραιμους, οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν εστιάσει την προσοχή τους στον συγκεκριμένο κλάδο. Μεγάλες διαφημιστικές καμπάνιες, παροχή εκπτώσεων έως και 20% και όλα τα δίκτυα επί ποδός, οπλισμένα με ένα μεγάλο εύρος προϊόντων, καλύψεων και τιμών.
Αναμφίβολα είναι μία πολύ θετική εξέλιξη για όλους τους εμπλεκόμενους: οι εταιρείες αυξάνουν την παραγωγή τους, οι διαμεσολαβούντες εμπλουτίζουν τα χαρτοφυλάκιά τους και κυρίως μειώνεται κάπως, το κενό ασφαλιστικής προστασίας της περιουσίας των πολιτών.
Η έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ, σύμφωνα με τα όσα ορίζει ο ν. 5045/2023, δίδεται εφόσον ισχύουν οι εξής προϋποθέσεις: η κατοικία είναι ασφαλισμένη για σεισμό, πυρκαγιά και πλημμύρα, με αξία η οποία δε θα είναι μικρότερη των 1000 ευρώ/τ.μ.
Το εύκολο λοιπόν είναι να αγοράσει κάποιος ακριβώς αυτό που ορίζει ο νόμος, προκειμένου να δικαιούται την έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ, η οποία σημειωτέον ισχύει μόνο εφόσον η κατοικία υπήρξε ασφαλισμένη τουλάχιστον για 3 μήνες μέσα στο 2023. Διαφορετικά η έκπτωση θα ισχύσει κανονικά το 2024 και καλό είναι αυτό να διευκρινίζεται με σαφήνεια στους υποψήφιους πελάτες, για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις και δυσαρέσκειες άνευ λόγου.
Αυτή η ευκολία όμως κρύβει παγίδες, παρόμοιες με την εύκολη «πώληση» φθηνής ασφάλισης αυτοκινήτου, η οποία περιλαμβάνει μόνο τις υποχρεωτικές από το νόμο καλύψεις.
Η μία παγίδα π.χ. είναι το ακίνητο να ασφαλιστεί για αξία 1000 ευρώ/τ.μ. -που αποτελεί το μίνιμουμ για να δικαιούται την έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ- για να πληρώσει το χαμηλότερο δυνατό ασφάλιστρο ο πελάτης, ενώ η πραγματική αξία του ακινήτου μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερη. Έτσι, σε περίπτωση π.χ. ολικής καταστροφής, θα διαπιστώσει πως τα χρήματα που θα εισπράξει από την ασφαλιστική του δε θα φτάνουν σε καμία περίπτωση για να μπορέσει να ξαναφτιάξει το σπίτι του και βέβαια θα κατηγορεί τόσο την εταιρεία όσο και τον ασφαλιστικό διαμεσολαβητή ότι «τον κορόιδεψαν»!
Μία άλλη παγίδα είναι οι καλύψεις που θα αγοράσει ο πελάτης να είναι μόνον όσες είναι απαραίτητες για να ισχύσει η έκπτωση του ΕΝΦΙΑ (σεισμό, πυρκαγιά και πλημμύρα) και να μην ασφαλίσει π.χ. το περιεχόμενο του σπιτιού του. Δυστυχώς όμως η εμπειρία λέει πως σε περίπτωση μερικής ζημιάς, συνήθως η ζημιά στο περιεχόμενο είναι ίση ή και μεγαλύτερη από τη ζημιά που προκαλείται στο κτίριο. Αντίστοιχα θα πρέπει να γίνει προσεκτική επιλογή των υπόλοιπων καλύψεων, ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ακινήτου και τις ανάγκες του ιδιοκτήτη του.
Με άλλα λόγια, η έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ είναι ένα πολύ σημαντικό εργαλείο, που ανοίγει πολλές πόρτες, οι οποίες παρέμεναν κλειστές επί χρόνια. Ξυπνάει το ενδιαφέρον των πολιτών να εξετάσουν το ενδεχόμενο ασφάλισης της κατοικίας τους, να θελήσουν να ενημερωθούν, να ψάξουν προσφορές κ.λπ. Έτσι οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές έχουν την ευκαιρία να τους προσεγγίσουν πιο εύκολα και να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν πόσο σημαντική είναι η προστασία της περιουσίας τους, πόσο χαμηλό είναι το κόστος της και πόσο ιδανική είναι η στιγμή για να το κάνουν τώρα, επωφελούμενοι τόσο από την έκπτωση στον ΕΝΦΙΑ όσο και από τις εκπτώσεις που προσφέρουν οι ασφαλιστικές.
Ας ελπίσουμε ότι η πλειοψηφία των διαμεσολαβητών δεν θα περιορισθεί στην “ευκολία” του πράγματος αλλά θα προσπαθήσει να το κάνει σωστά και ολοκληρωμένα – για καλό και δικό τους και του κλάδου ολόκληρου: ο ευχαριστημένος πελάτης είναι το ιδανικό εργαλείο ανάπτυξης και ο δυσαρεστημένος το τέλειο δυσφήμησης και καταστροφής!